- αλογίσιο κρέας
- τοPferdefleisch n
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
αλογίσιος — ια, ιο αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο άλογο: Το αλογίσιο κρέας είναι νόστιμο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ιπποφαγία — η το να τρώει κάποιος αλογίσιο κρέας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)